Πριν προβούμε στην οποιαδήποτε παράθεση γεγονότων, κρίνουμε επιβεβλημένο για την καλύτερη αντίληψη του θέματος, να κάνουμε μια σύντομη αναφορά στις διεργασίες εκείνες που εν δυνάμει θα μπορούσαν να οδηγήσουν στην εμφάνιση κυανοτοξινών διαφόρων ειδών στα λιμναία οικοσυστήματα και δη σε αυτά που προσομοιάζουν με το δικό μας.
Στις λίμνες που έχουν μεγάλη σχέση λεκάνης απορροής προς επιφάνεια λίμνης, ιδίως εάν αυτές είναι αβαθείς, είναι πολύ συνηθισμένο το φαινόμενο του ευτροφισμού, του οποίου η ένταση παρουσιάζει εποχική επαναληψιμότητα. Ουσιαστικά λοιπόν, καθώς αυξάνεται η ένταση και η διάρκεια της ηλιοφάνειας, ανεβαίνει η θερμοκρασία, και δεδομένου των πλεοναζόντων θρεπτικών στοιχείων, αυξάνεται το φυτοπλαγκτόν το οποίο αποτελεί μια κοινωνία φωτοσυνθετικών οργανισμών γεγονός που έχει σαν αποτέλεσμα να μειώνεται η συγκέντρωση του οξυγόνου στο νερό της λίμνης.
Το φυτοπλαγκτόν των λιμνών αποτελείται από φωτοσυνθετικούς οργανισμούς, τα κυανοβακτήρια, που απαριθμούν πάνω από 150 γένη από τα οποία πολύ λίγα είναι εν δυνάμει τοξικά (περίπου 40) και από φύκη σχεδόν κάθε κύριας οικογένειας. Οι κυανοτοξίνες είναι πεπτίδια βιολογικής προέλευσης που παράγονται από τα κυανοβακτήρια.
Η παραγωγή των κυανοτοξινών είναι ένα φυσικό φαινόμενο, αλλά η μεγέθυνση της παραγωγής τους οφείλεται στην ανθρωπογενή δραστηριότητα, η οποία και επιτείνει το φαινόμενο του ευτροφισμού. Η εξαφάνιση των κυανοβακτηρίων θα ήταν καταστροφική για το οικοσύστημα της λίμνης μας καθώς αυτά αποτελούν βασικό κρίκο της τροφικής αλυσίδας και τους κύριους παραγωγούς οξυγόνου.
Οι κυανοτοξίνες είναι ενδοκυττάριες και εξωκυττάριες δηλαδή διαλυτές στο νερό όταν επέρχεται η λύση των κυανοβακτηρίων.
Συνάγεται ευθαρσώς λοιπόν το συμπέρασμα ότι η χρήση μηχανικών μέσων για την απομάκρυνση της άνθησης των κυανοβακτηρίων, όχι μόνο δεν αποτελεί διαχειριστική ενέργεια αλλά ελλοχεύει σοβαρούς κινδύνους καθώς προκαλεί τη λύση των κυττάρων και την αύξηση των διαλυμένων στο νερό κυανοτοξινών αυξάνοντας έτσι και τους οποίους ενδεχόμενους κινδύνους.
Δεδομένου του γεγονότος ότι η αφύπνιση των τοπικών φορέων αποτελεί υποχρέωση και όχι επιλογή, ιδίως σε θέματα δημόσιας υγείας και διαφύλαξης των φυσικών πόρων, η Περιφερειακής Ενότητας μέσω των αρμοδίων υπηρεσιών της εφαρμόζει ήδη τα οριζόμενα από τη μελέτη που είχε εκπονηθεί από το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης με τίτλο «Διερεύνηση υδροβιολογικών παραμέτρων στη Λίμνη Καστοριάς. Επιλογή βέλτιστης μεθόδου αποκατάστασης της οικολογικής ισορροπίας», με στόχο το περιορισμό της επικράτησης των κυανοφυκών.
Σκοπός μας είναι στηριζόμενοι στην επιμέρους οικολογία του είδους και με ανέξοδες μεθόδους να πετύχουμε χαμηλές πληθυσμιακές πυκνότητες. Τα κυανοφύκη έχουν χαμηλούς ρυθμούς αύξησης σε σχέση με άλλους φυτοπλαγκτικούς οργανισμούς. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι εάν κάτι αιφνίδια με μια φυσική διαταραχή, όπως μια ξαφνική αύξηση του χρόνου ανανέωσης του νερού στο 1 έως 2 % του όγκου της λίμνης σε πολύ λίγο χρόνο, σε διάφορες χρονικές περιόδους μέσα στο έτος θα οδηγούσε σε απώλεια των κυανοφυκών η οποία και δεν θα μπορούσε να καλυφθεί σύντομα από τους εναπομείναντες πληθυσμούς. Ενώ με την επίδραση των φυσικών διαταραχών άλλοι φυτοπλαγκτικοί οργανισμοί με γρήγορη ανάπτυξη και πιο ανταγωνιστικοί αναμένεται να επικρατήσουν.
Επιπρόσθετα, η αρμόδια υπηρεσία βρίσκεται ήδη σε επαφή με τη χημική υπηρεσία των Ιωαννίνων προκειμένου να αξιολογηθεί η δυνατότητα του να συμπεριληφθεί στην επικείμενη τροποποίηση του ισχύοντος μνημονίου συνεργασίας μας, η μέτρηση της φυκοκυανίνης η οποία βρίσκεται σε άμεση συσχέτιση με τη συγκέντρωση των κυανοτοξινών.
Αντί να ανησυχούμε για το μέλλον ας εργαστούμε συλλογικά για να το δημιουργήσουμε.